Ελεγχόμενο κλάμα: κριτική και κίνδυνοι

Ελεγχόμενο κλάμα

Τι κινδύνους ενέχει το να αφήνετε το μωρό να κλαίει χωρίς ανταπόκριση το βράδυ

Οι στρατηγικές εκμάθησης ενός μωρού να καθησυχάζεται και να κοιμάται μόνο του τα βράδια, έχουν εγείρει κατά καιρούς διάφορες συζητήσεις και διαφωνίες κυρίως ανάμεσα σε παιδιάτρους και παιδοψυχολόγους, διαμορφώνοντας διαφορετικές τάσεις. Μια από αυτές τις στρατηγικές με πολλούς επικριτές είναι η μέθοδος του Ferber. Το τι προτείνει και ποιο είναι το ρίσκο της μεθόδου θα δούμε στη συνέχεια.  

Η μέθοδος του Ferber

Η στρατηγική του γιατρού Richard Ferber αφορά σε μωρά άνω των 6 μηνών. Προτείνει ότι οι γονείς θα πρέπει να αντιδρούν στο νυχτερινό κλάμα του μωρού τους σε χρονικά καθορισμένα διαστήματα (5, 10, 15 λεπτά) και να μειώνουν όσο γίνεται περισσότερο τη νυχτερινή αλληλεπίδρασή τους με το βρέφος.

Δηλαδή το πρώτο βράδυ που θα κλάψει το μωρό ο γονιός θα πρέπει να περιμένει πέντε λεπτά προτού εμφανιστεί δίπλα στην κούνια του μωρού, το δεύτερο βράδυ θα πρέπει να περιμένει δέκα λεπτά κ.ο.κ. αυξάνοντας βαθμιαία τον χρόνο αναμονής, ώσπου το μωρό να μάθει να κοιμάται μόνο του. Καθώς ο γονιός βρίσκεται δίπλα στην κούνια του, θα πρέπει να το καθησυχάζει χαϊδεύοντάς του την πλάτη ή λέγοντάς του γλυκόλογα, χωρίς να το παίρνει στην αγκαλιά του.

Με μια υποσημείωση: η παραπάνω μέθοδος δεν είναι κατάλληλη για όλα τα βρέφη όπως ο ίδιος ο Ferber υποστηρίζει. Υπάρχουν λόγου χάρη μωράκια που συνεχίζουν να κλαίνε ακόμα και μετά από 7 νύχτες, με κίνδυνο να εμφανίσουν ωτίτιδα από το διαρκές κλάμα ή στο μέλλον άλλα προβλήματα που σχετίζονται με την ψυχική υγεία. Παράλληλα η μέθοδος δεν είναι κατάλληλη για περιόδους που συμβαίνουν αλλαγές στην καθημερινή ρουτίνα του μωρού (π.χ. ύπνος στο σπίτι της γιαγιάς, διακοπές) και όταν το μωρό ακολουθεί αγωγή με λήψη αντιβίωσης.

Επιπτώσεις από το κλάμα χωρίς ανταπόκριση

Τι συμβαίνει, όμως, όταν ένα μωρό αφήνεται να κλαίει μόνο  του; Το χωρίς ανταπόκριση κλάμα αυξάνει, μεταξύ άλλων, τον καρδιακό παλμό, μειώνει τα επίπεδα οξυγόνου, ανεβάζει την αρτηριακή πίεση, ενώ η ορμόνη του στρες, η κορτιζόλη, η αδρεναλίνη και άλλες ορμόνες, που αυξάνονται κατακόρυφα, ενδέχεται να επηρεάσουν το ανοσοποιητικό σύστημα και τη λειτουργία της πέψης.

Στα παραπάνω έρχεται να προστεθεί και η άποψη ερευνητών του Χάρβαρντ που υποστηρίζουν ότι το κλάμα χωρίς ανταπόκριση τη νύχτα θέτει σε κίνδυνο την υγεία του νευρικού συστήματος του βρέφους μακροπρόθεσμα με αποτέλεσμα αυτά τα παιδιά να γίνονται πιο επιρρεπή σε διαταραχές άγχους, συμπεριλαμβανομένων και των κρίσεων πανικού.

Αν το κλάμα χωρίς καθησυχασμό δημιουργεί όλα τα παραπάνω δεν αποκλείεται η εμπειρία να γράφεται ανεξίτηλα στην ψυχή του μωρού και, όπως κάθε κατάσταση πανικού, να ξυπνάει μνήμες και έντονα συναισθήματα αρκετά χρόνια αργότερα.

Τι λένε οι επικριτές

Σύμφωνα με τους επικριτές της τακτικής το μωρό σταματάει να κλαίει είτε επειδή είναι εξαντλημένο είτε επειδή εγκαταλείπει την προσπάθεια να αναζητά τους γονείς του, αφού βλέπει πως δεν βρίσκονται εκεί για εκείνο. Ο ίδιος ο Ferber βέβαια υποστηρίζει ότι η μέθοδος δεν προκαλεί στο μωρό συναισθήματα εγκατάλειψης, μιας και υπάρχει παρουσία του γονιού στο δωμάτιο. Όμως όσοι θεωρούν πως η στρατηγική είναι βάρβαρη, επισημαίνουν ότι ο Ferber είναι παιδίατρος χωρίς εκπαίδευση σε θέματα ψυχολογίας, ότι το μωρό μαθαίνει πως δεν μπορεί να βασιστεί στους γονείς του, νιώθοντας μοναξιά τη στιγμή που τους χρειάζεται περισσότερο. Μαθαίνει ακόμα πως δεν θα το βοηθήσουν όταν τους χρειάζεται και ότι δεν υπάρχει κανείς για να του παρέχει την ασφάλεια που έχει ανάγκη. Μάλιστα ορισμένοι θεωρούν πως οι αϋπνίες στους ενήλικες ή η τάση να αποκοιμούνται με συντροφιά την ανοιχτή τηλεόραση είναι αποτέλεσμα αυτής της μεθόδου. 

Τα συμπεράσματα δικά σας!